Πριν καιρό το προφίλ μου σταμάτησε να φαίνεται. Δεν υπήρχε στο newsfeed. Δεν υπήρχα. Φίλοι άρχισαν να ρωτούν τι συμβαίνει. Αν είμαι καλά. Οι μέρες που ακολούθησαν με έβαλαν σε σκέψεις.

Ποια ήμουν χωρίς Facebook; Ποιοι με θυμόντουσαν και ποιοί όχι;

Που είχαν πάει τα γραπτά, οι αναρτήσεις; Αν δεν με έβλεπαν, υπήρχα;

Η πρόσφατη αδυναμία πρόσβασης στο Facebook, στο Instagram, και στο Whatsup, κατέγραψε την οικονομική, ψυχική, επαγγελματική, αλλά και συναισθηματική εξάρτηση από τα κοινωνικά δίκτυα.

Οι managers της εκάστοτε πλατφόρμας μπορεί να έχασαν χρόνια από την ζωή τους, οι χρήστες πάλι, είναι σαν να τα ξαναπήραν πίσω. Έστω για λίγο.

Σε αυτές τις ώρες που η σύνδεση ήταν αδύνατη, μπορέσαμε να συνδεθούμε μεταξύ μας με άλλους τρόπους.

Με μια κλήση. Με ένα sms.

Καθιστώντας σαφές πως η διαδικτυακή τεχνολογία -που τόσο αγαπούμε πολλοί από εμάς- δεν μπορεί να μας συνδέει πάντα.

Στο πίσω μέρος του μυαλού μας, οφείλουμε να θυμόμαστε πως η επαφή από κοντά, ο ήχος των φωνών, το άγγιγμα, είναι ανεκτίμητα.

Τι θα συνέβαινε άραγε αν η βλάβη κρατούσε μια εβδομάδα;

Πόσοι άνθρωποι θα βίωναν διαταραχή της προσωπικότητας τους; Πόσοι θα ένιωθαν στέρηση χωρίς την digital δημοφιλία τους;

Πόσοι άνθρωποι θα ένιωθαν μόνοι χωρίς likes, καρδούλες, και την δημόσια επιβράβευση των όσων επιτευγμάτων αναρτούν σε καθημερινή βάση;

Μια γνωστή μου, μου είπε πρόσφατα πως αν δεν ανεβάζεις φωτογραφία από την σχέση σου, η σχέση αυτή δεν υφίσταται.

Πως αν δεν ανεβάζεις τα φαγητά που τρως, είναι σαν να μην τα έφαγες.

Μου φάνηκε τρομακτικό.

Χτες, την ώρα που προσπαθούσα ανεπιτυχώς να συνδεθώ, μου ήρθε σαν σκέψη το ποίημα του Κώστα Καβάφη,

Αν ζούσε σήμερα, ίσως το έγραφε κάπως έτσι.

«Και τώρα τι θα γενούμε χωρίς ψηφιακούς βαρβάρους; Τα κοινωνικά δίκτυα ήσαν μια κάποια λύσις.»

(Ίσως)