Η λίστα με τις γυναικτοκονίες που έχουν σημειωθεί στη χώρα μας το 2021 διαρκώς αυξάνεται, αποκαλύπτοντας την ένταση του προβλήματος της έμφυλης και ενδοοικογενειακής βίας.

Ένα ζήτημα, το οποίο ωστόσο δεν είναι σημερινό. Κάθε άλλο! Μόνο την τελευταία εξαετία έχουν πραγματοποιηθεί 118 γυναικοκτονίες στην Ελλάδα, ενώ ανατρέχοντας πίσω στο χρόνο, τα περιστατικά είναι πολλά. 

Ένα από αυτά και η γυναικοκτονία της Παναγιώτας. Της πρωταγωνίστριας του βιβλίου του Λουκά Κονανδρέα «Καλύτερα Σκοτωμένη παρά Χωρισμένη», το οποίο έχει αποσπάσει 8 βραβεία στην Αμερική όπου πρωτοεκδόθηκε.

 Ο Λουκάς Κονανδρέας, ο οποίος εδώ και 35 χρόνια ασκεί το λειτούργημα του ιατρού στο τμήμα των επειγόντων περιστατικών και έχει φροντίσει πολλές γυναίκες θύματα ενδοοικογενειακής βίας, υπήρξε ο ίδιος αυτόπτης μάρτυρας της κακοποίησης που υπέστη η θεία του. 

Με αφορμή την ιστορία της δε, στέλνει ένα μήνυμα σε όλες τις γυναίκες: «Σπάστε τη σιωπή, μόνο έτσι θα προστατευθείτε». 

H ιστορία που μοιράζεται με τον αναγνώστη, περνά-δίχως ίχνος διδακτισμού, πολλά ακόμη μηνύματα, όπως το θάρρος και το υψηλό αίσθημα χρέους και δικαίου. 

Άλλωστε, ο πατέρας του συγγραφέα ήταν αυτός που, υπερβαίνοντας τις δυνατότητές του, με προσωπικό και οικονομικό κόστος, αγωνίστηκε σκληρά για ν’ αποδοθεί δικαιοσύνη.

Όμως του στάθηκε με γενναιότητα και ο εννιάχρονος γιος του, ο Λουκάς, ο οποίος τον πρόσεχε τα βράδια, αφού κατά τη διάρκεια των δικαστηρίων η ζωή του βρισκόταν σε κίνδυνο. Μεγάλο βάρος για ένα παιδί, παράδειγμα αποφασιστικότητας και αφοσίωσης για τους νέους σήμερα. 

Τον ευχαριστούμε θερμά για την συνομιλία.

 

Πόσο καιρό σας πήρε να συλλέξετε το εξαιρετικό υλικό για το συγκεκριμένο βιβλίο; 

Αν και είχα πολύ ζωηρή μνήμη των γεγονότων της βραδιάς εκείνης και των μετέπειτα εξελίξεων στην υπόθεση,  αλλά και την τύχη ο πατέρας μου να μιλά για την ιστορία σε κάθε ευκαιρία και μάλιστα να αναφέρεται σε λεπτομέρειες εξαιρετικά μικρές, όλα ήταν ανεπαρκή και αδιασταύρωτα.  Έτσι, χρειάστηκε να ψάξω . Οι εφημερίδες ήταν εύκολο να φωτογραφηθούν, παρά το κόστος.

Με τα  πρακτικά από τις δίκες ήμουν πολύ τυχερός, καθώς συνήθως πολλοί με απέτρεπαν από το να τα αναζητήσω, θεωρώντας ότι στα 25 χρόνια καταστρέφονται, όχι στα 50 που είχαν περάσει στη δική μας περίπτωση.

Τελικά, φυλάσσονταν για εκπαιδευτικούς λόγους. Αλλά και πάλι, υπήρχαν αρκετά σκοτεινά σημεία, κυρίως σχετιζόμενα με τις προθέσεις των πρωταγωνιστών, για τα οποία  χρειάστηκαν πάνω από 160 συνεντεύξεις.

Αυτό ήταν και το πιο κουραστικό.

Το πιο δύσκολο. Η κάθε μια χρειαζόταν προετοιμασία. Να σκεφτώ πώς να προσεγγίσω το συνομιλητή μου ώστε να τον κάνω να αισθανθεί άνετα…Γενικά, ήταν μια σκληρή και χρονοβόρα δουλειά για την οποία χρειάστηκα συνολικά 12 χρόνια. 

Τα συναισθήματα που ήρθαν στην επιφάνεια όσο το γράφατε; 

Λύπη, για τη μοίρα της θείας μου να καταλήξει σκοτωμένη. Αγανάκτηση για το σύστημα δικαιοσύνης που αντιμετώπισε ο πατέρας μου, μα και περηφάνεια για αυτό που έκανε.

Θαυμασμό για αυτό που έκανε ο ένορκος Δημοσθένης Δαπόντες και για το θάρρος που έδειξαν μερικοί μάρτυρες κατηγορίας με πρώτο το ζεύγος Μπρούμα.

Περισσότερες δυσκολίες είχα στην αρχή.  Το συναίσθημα έβγαινε στην επιφάνεια κατά τη συγγραφή και χρειαζόταν πολλές φορές ιδιαίτερη προσπάθεια για να το τιθασεύσω.

Επίσης, μου ήταν δύσκολο ότι υπήρξαν άνθρωποι από την οικογένεια που ενοχλήθηκαν από μερικά γραφόμενά μου. Δεν ήθελαν να ξεθάψω μερικά παλαιά άπλυτα δικά μας ή άλλων.

Είχαν από τη μεριά τους δίκιο και το καταλάβαινα, αλλά έβλεπα ότι η ιστορία έπρεπε να ειπωθεί, και να ειπωθεί ειλικρινά.

Με βοήθησε η αποφασιστικότητα και η βοήθεια της γυναίκας μου να αφήσω πίσω τους συναισθηματισμούς και να επιδοθώ σε μια ειλικρινή καταγραφή, αλλά και ο χρόνος που μου πήρε- δώδεκα χρόνια- να τελειώσω.

Δηλαδή, έδινα χρόνο στον εαυτό μου αν το συναίσθημα με εμπόδιζε σε κάποια στιγμή η χρειαζόταν να σκεπτώ αν κάποιοι δικοί μου έχουν δίκιο και ο ίδιος έκανα λάθος. 

Τέλος, μου έδινε κουράγιο το γεγονός ότι, όπως έγραφα, καταλάβαινα καλύτερα  την ψυχοσύνθεση των χαρακτήρων της ιστορίας και τη  δυναμική τους.

Την ψυχολογία τους στις στιγμές που αποφάσισαν να κάνουν ή να πουν κάτι. Τις στιγμές που έδειξε ο καθένας ποιος ήταν. Με κέντριζε πολύ η ανάλυση αυτή. Ζούσα μέσα από την ιστορία την ζωή τους και μάθαινα πολλά. 

Πόσο δύσκολο ήταν για τις παλαιότερες εποχές να ανοίξουν τα στόματα και να βγουν στην επιφάνεια ιστορίες σαν αυτήν;

Προφανώς, πολύ δύσκολο. Πολλές γυναίκες ήταν σχεδόν υπό διωγμό τότε και δεν θα μιλούσαν, ούτε και σε συγγενικά πρόσωπα, ακόμη και αν τις έδερνε ο άνδρας τους. Η κακοποίηση έως έναν βαθμό ήταν για μερικούς σαν κάτι το φυσιολογικό.

Τρανταχτό παράδειγμα η θεία μου που δυο εβδομάδες πριν τη σκοτώσει ο άνδρας της απάντησε σε μια συγχωριανή της που της είπε ότι ο άνδρας της φιλιόταν με την ερωμένη του: «Έχω πολλά βάσανα και δεν έχω κανέναν να τα πω».

Είχε. Η μητέρα μου που ήταν σοβαρός, καλοσυνάτος άνθρωπος, με μηδέν κλίση για κουτσομπολιό και η καλύτερη φίλη της Παναγιώτας, το είχε παράπονο και το επαναλάμβανε μέχρι το τέλος της ζωής της. «Να μην μου πει ποτέ τίποτα για τα βάσανά της για να μπορέσω να την βοηθήσω κάπου!».  

Αλλά εκτός από τα θύματα, η προστασία που έδινε το κράτος και οι διάφοροι φορείς του και η δικαιοσύνη ήταν υποτυπώδης.

Στα χρόνια που ήμουν φοιτητής στην Ιατρική της Αθήνας δεν θυμάμαι να διδάχτηκα ποτέ κάτι που να με κάνει να υποψιάζομαι πως κάποια από τα συμπτώματα γυναίκας ασθενούς μπορείς να οφείλονται σε συζυγική κακοποίηση. 

Υφίσταται σημερινή παθολογία της ελληνικής οικογένειας; Και αν ναι, ποια είναι η μορφή της;

Παρότι παρακολουθώ επιμελώς όλα όσα συμβαίνουν στην πατρίδα, έχω περιορισμένη γνώση δεδομένου ότι ζω στην Αμερική. Σίγουρα, ο κορονοϊός έχει αγριέψει τον κόσμο και όχι μόνο στην Ελλάδα, αλλά και εδώ και παντού.

Στατιστική μελέτη που μόλις κυκλοφόρησε λέει ότι τον τελευταίο χρόνο υπήρξε 30% αύξηση της οικογενειακής βίας εδώ στις ΗΠΑ. Ο Covid ήρθε στην Ελλάδα σε μια περίοδο που πήγαινε να σηκώσει κεφάλι από την οικονομική κρίση τόσων χρόνων.

Ίσως η πολλαπλασιασμένη κακοποίηση και οι δολοφονίες τόσων γυναικών τελευταία να οφείλονται στα στοιχεία αυτά που δημιουργούν στον άνδρα, που έχει εκ φύσεως αυξημένους εγωισμούς και  μίση, να τα διοχετεύει, ανήμπορος να τα χαλιναγωγήσει, στη σύντροφο.

Έτσι έχουμε μια άγρια επιθετική και δολοφονική μορφή. 

Πως είναι η αίσθηση να έρχεσαι σε επαφή με γυναίκες που έχουν υποστεί βία μέσω από τον ρόλο σας ως ιατρού;

Είναι ίσως οι δυσκολότερες περιπτώσεις, και πραγματικά μου θυμίζουν τη μοίρα της θείας μου.

Πολλές φορές, δε, τα θύματα τα φέρνει στην κλινική εκείνος που τα έχει κακοποιήσει, ο οποίος μάλιστα ζητά να είναι παρόν όταν κάνεις ερωτήσεις στην ασθενή σχετικά με το τι την έφερε στο γραφείο σου.

Αν συμφωνήσεις σε αυτό, το έχασες το παιχνίδι, γιατί μπροστά του δεν θα μιλήσει ποτέ. Πάντα τον βγάζεις έξω.

Μετά χρειάζεται πολύ προσπάθεια να πάρεις ένα καλό ιστορικό από μία φοβισμένη ασθενή που σχεδόν πάντοτε έχει, όχι μόνο σωματικά, αλλά και πληθώρα ψυχολογικών προβλημάτων.

Συχνά έχει μώλωπες στον σώμα της και για να τους κρύψει φορά μακριά μανίκια ή κλειστά ρούχα.

Γενικά αν το ιστορικό δεν ταιριάζει με το τι βρίσκει η εξέταση και ανεξαρτήτως το τι λέει εκείνη, εγώ σκέπτομαι: «Τα έχω ακούσει και τα έχω ζήσει αυτά και ξέρω τι μπορεί να σου συμβαίνει». Έτσι, κινητοποιώ τους μηχανισμούς προστασίας των γυναικών αυτών.

Πιστεύετε πως τα κοινωνικά δίκτυα και η επιρροή τους μπορούν να αφυπνίσουν επί της ουσίας;

Από το σχολείο πρέπει να αρχίζει η εκπαίδευση σχετικά με την ενδοοικογενειακή βία. Επίσης,  οι γιατροί και οι κοινωνικές κρατικές ή άλλες υπηρεσίες πρέπει να είναι σε εγρήγορση και να αξιολογούν ακόμη και την απλή υποψία.

Πρέπει, ακόμη, να προστατεύουν και τα παιδιά, γιατί πολλές φορές η γυναίκα υπομένει για το χατίρι των παιδιών και δεν είναι ικανή να δει το «Αρκετά».

Από την πλευρά τους, τα μέσα μαζικής ενημέρωσης θα πρέπει να διαδίδουν διαρκώς και να εκπαιδεύουν με τον τρόπο τους τις γυναίκες και την κοινωνία γενικότερα. 

Η δικαιοσύνη θα πρέπει να προστατεύει την γυναίκα πολύ πιο πολύ. Τέλος, είναι και το θέμα της θρησκείας.

Πιστεύω ότι αρκετές φορές, ειδικά στην επαρχία που είναι οι κύκλοι πιο κλειστοί και δεν υπάρχουν κοινωνικές και άλλες υπηρεσίες, πολλές γυναίκες, πάνω στην απελπισία τους, καταφεύγουν στους ιερωμένους για να πουν το βάσανό τους και για συμβουλή.

Δεν είμαι σε θέση να ξέρω πόσο αποτελεσματικά χειρίζονται τέτοιες υποθέσεις οι παπάδες και αν η εκκλησία γενικά διδάσκει το σωστό στις γυναίκες, δηλαδή το «Καλύτερα Χωρισμένη Παρά Σκοτωμένη».

 Το δικό σας μήνυμα μέσα από το βιβλίο;

Το βιβλίο μου πιστεύω ότι αγγίζει πολλά θέματα, αλλά για το συγκεκριμένο θέμα που μιλάμε-για την κακοποίηση των γυναικών-έχω δύο λέξεις να πω. Μία για τη γυναίκα: 

Μίλα (μην τα κρατάς μέσα σου) και μία για το περίγυρό της: Δράσε (αν διαισθανθείς ότι κάτι τέτοιο συμβαίνει σε μία γυναίκα κάνε κάτι να την βοηθήσεις).