Η κα Ιωάννα ήταν πολύ γνωστή επιχειρηματίας. Η ίδια και ο σύζυγος της ήταν μετρημένοι άνθρωποι παρότι διέθεταν οικονομική δύναμη.

Η ενσυναίσθηση απέναντι στο προσωπικό ήταν από τους λόγους που ουδείς ήθελε να φύγει από κοντά τους. Το ζευγάρι είχε δύο παιδιά τότε, γύρω στα 15.

Ενα καλοκαίρι η κα Ιωάννα ξεκίνησε να τα φέρνει να εργάζονται μαζί μας για να μάθουν την δουλειά. Απαιτούσε από τα παιδιά να μας απευθύνονται στον πληθυντικό.

Απαιτούσε από εμάς να μην τους συμπεριφερόμαστε σαν παιδιά των εργοδοτών. Τους έδινε καθημερινά το αντίτιμο του εισιτηρίου για το λεωφορείο από το Ψυχικό προς το Κολωνάκι, και χαρτζιλίκι για περίπτωση ανάγκης.

Μια μέρα η μικρή ζήτησε έξτρα λεφτά από την μητέρα της καθώς είχε χαλάσει όλο το χαρτζιλίκι και τα λεφτά του εισιτηρίου.

Ζήτησε να της καλέσουμε και ταξί.

Μετά ζήτησε να έρθει ο οδηγός της οικογένειας να την γυρίσει.

Η μητέρα της αρνήθηκε και την ανάγκασε να επιστρέψει με τα πόδια.

Όλοι εμείς προσπαθήσαμε να της αλλάξουμε την γνώμη. Μάταια.

Μας είπε πως η μικρή έπρεπε να καταλάβει πως βγαίνουν τα χρήματα και να μπει στα παπούτσια εκείνων που δούλευαν πολλές ώρες για να μπορεί εκείνη να ζει άνετα.

 «Να μάθει να ζει με τα λίγα, είπε η κα Ιωάννα. Να έχει αυτοπειθαρχία»

Το συγκεκριμένο περιστατικό σήμερα, μου φαίνεται πολύ αυστηρό για ένα 15χρονο παιδί.

Παράλληλα σκέφτομαι πως η έννοια της ουσιαστικής -και όχι fake- ταπεινότητας θα είναι πάντα ανεκτίμητη.

Oι σωστοί επιχειρηματίες, ανεκτίμητοι και αυτοί. Και σπάνιοι.